Στη λεκάνη του Αιγαίου το αμπέλι είναι αυτοφυές. Η εποχή της εξημέρωσης του είδους δεν είναι εύκολο να προσδιοριστεί, γιατί με βάση τα τυπικά δείγματα που μπορούμε να έχουμε από τη Βοτανική, δεν γίνεται να ξεχωρίσουμε τις άγριες από τις ήμερες ποικιλίες του. Η Ελληνική λέξη «οίνος» και ο μυκηναϊκός τύπος της Fοίνος [wo-no] που ανήκουν σε ομάδα λέξεων της ίδιας σημασίας, που τις βρίσκουμε σ’ έναν πλατύ κύκλο γλωσσών της Μεσογείου και της Εγγύς Ανατολής. Και η λέξη «άμπελος», που δεν μαρτυρείται άμεσα μυκηναϊκός τύπος της, εκτός από κάποιο κύριο όνομα που είναι παράγωγο της [a-pe-ri-ta-wo : ΑμπελιτάFων] (ΣΣ -άρα προέρχεται από το «άμπελος» ) και το επίθετο [wi-no-qo-so : FοίνοικFς = Οίνοψ] . Το κρασί παριστάνεται μ’ ένα ιδεόγραμμα, που νομίζει κανείς ότι μοιάζει σαν αμπέλι με απλωμένους κλώνους πάνω σε ξύλινη κληματαριά.









Το ιδεόγραμμα του οίνου
Υπάρχει άλλη λέξη στα μυκηναϊκά για το αμπέλι [we-je-we: νιήFes, όνομ. Ενικού *υιεύς] που δεν θα την είχαν αντιληφθεί οι επιστήμονες, αν δεν υπήρχε η μνεία της σε ένα αρχαίο λεξικό [του Ησυχίου (Δ’ αιών μ. Χ.), όπου σημειώνεται το εξής λήμμα: «υιήν την άμπελον» -ονομ. *υιής, αντίστοιχος αρκαδικός ή κυπριακός τύπος του *υιεύς].
Σε πινακίδα της Κνωσού (Gv 863) αναφέρονται αμπέλια [wo-je-we], 420 ρίζες και συκιές 104, και σε κάποια φθαρμένη πινακίδα της Πύλου (Er 880) αναφέρονται 1100 τουλάχιστον αμπέλια [we-je-(we)] και πάλιν μετά από αυτά συκιές.